Στο Αριστερό Βήμα μπορεί να διαβάσει κανείς τον τρόπο που αντιλαμβάνεται την Κυπριακή «ανταρσία» μια από τις κύριες πλέον συνιστώσες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η ΑΡΑΝ δια του ηγέτη της Π. Σωτήρη.
Φαίνεται πως οι πολλαπλές αποσκιρτήσεις από τον χώρο κατά ΣΥΡΙΖΑ μεριά επέβαλαν την ατζέντα τους. Ο εκσυριζαϊσμός της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι ίσως το πιο πρόχειρο αντίδοτο στην οργανωτική της αιμορραγία.
Η πρώτη - πρώτη εικόνα που δέχεται κανείς δίκην σφαλιάρας στο δόξαπατρί, είναι πώς το κείμενο αυτό συρρικνώνει όλο το εκλογικό πρόγραμμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην τρομερή και φοβερή επιστροφή υπό οποιεσδήποτε συνθήκες στο εθνικό νόμισμα, ως πλήγμα στον «υπαρκτό νεοφιλελευθερισμό». Το εθνικό νόμισμα είναι λοιπόν το μόνο ορατό όριο απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ. Η προσχώρηση στη φιλολογία του επάρατου νεοφιλελευθερισμού είναι, αντίθετα η μεγάλη υπόκλιση προς το δεξιό ρεφορμισμό, και αυτό δεν είναι δίχως συνέπειες στο λόγο και στην πολιτική ορολογία.
Πέραν του γεγονότος ότι ο Π. Σωτήρης είδε μεν καθ' ύπνους ότι «ο λαϊκός παράγοντας έκανε τη δική του μαζική παρέμβαση, διαμόρφωσε ασφυκτικό κλίμα και έτσι είχαμε την ιστορική απόρριψη των μέτρων από την Κυπριακή βουλή» αλλά απέτυχε να δει στον ξύπνιο του ότι οι υπερκείμενες ιμπεριαλιστικές ευρωπαϊκές αστικές τάξεις ζήτησαν την τραπεζική κεφαλή της κυπριακής τοιαύτης επί πίνακι και μάλιστα από αυτήν την ίδια και ότι ήταν ακριβώς η απουσία - όχι του λαϊκού - αλλά του εργατικού παράγοντα που έκανε δυνατή την «υπερήφανη» άρνηση της τελευταίας. Πέραν δηλαδή του γεγονότος ότι το διακύβευμα δεν είναι οι καταθέσεις των αλλονών, αλλά το αν θα διατηρήσει ή όχι η κυπριακή μπουρζουαζία το τραπεζικό της μαγαζάκι - γωνία, το ενδιαφέρον στο κείμενο του Σωτήρη είναι η μετατόπιση της ρητορικής του, από την «εργατική τάξη (άντε) και το λαό» του εκλογικού προγράμματος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στο «λαό» και μόνον. Διότι αυτή η ταξική ασάφεια του «λαού» μπορεί να χωρέσει, εκτός από , ή μαζί με, ολόκληρο τον εσμό των λοιπών ρεφορμιστών, και τον οικονομικίστικο αυτοματισμό του Π Σωτήρη, που θεωρεί ότι κατά κάποια αδήριτη οικονομική αναγκαιότητα θα μας προσφερθούν όλα στο πιάτο διότι « η επιστροφή σε εθνικά νομίσματα και η ανάκτηση της νομισματικής κυριαρχίας, ως πολιτική δημοκρατικού κοινωνικού ελέγχου της οικονομίας[...] Είναι ο κρίσιμος κρίκος για να ξεδιπλωθεί μια πολιτική εθνικοποιήσεων, ριζικής αναδιανομής, δημιουργίας θέσεων εργασίας, εργατικού ελέγχου και αυτοδιαχείρισης.» Όλα αυτά φυσικά εν ταξικῷ κενῷ, με μόνο το φούσκωμα μιας φαντασματικής και ,κυρίως, αυθόρμητης λαϊκής παρέμβασης, της μόνης άλλωστε κινηματικά προσιτής για τα μέτρα μιας αναιμικής πολιτικής παρουσίας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που σφίγγει όσα δόντια της απέμειναν για να μην διαλυθεί.
Αλλά μείνετε ήσυχοι, μπήκε η ιστορία στον αυτόματο διότι «Η εκρηκτική επιστροφή στο προσκήνιο των αντιφάσεων της ευρωζώνης, υπό την πίεση και του λαϊκού παράγοντα, δείχνει ότι αυτή η συζήτηση εκ των πραγμάτων έχει ανοίξει.Όχι ως διάλογος στην Αριστερά, αλλά ως συνύπαρξη υπαρκτών αντιθετικών ιστορικών ενδεχομένων» Μόνο μια μικρή πίεση του λαϊκού παράγοντα και καθαρίσαμε. Έτσι, αντικειμενικώς δηλαδή, και με ολίγην από αναρχία, δεν χρειάζεται καν κόμμα της εργατικής τάξης - και παραγράφεται πια το ανεμογκάστρι της ΑΝΤΑΡΣΥΑ . . .
Η απορία μου είναι πότε θα μιλήσουν οι μικρότερες συνιστώσες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ή μήπως, αποδεκατισμένες πια, πάθανε το σύνδρομο αφωνίας των αντικαπιταλιστικών συνιστωσών του ΣΥΡΙΖΑ;
Φαίνεται πως οι πολλαπλές αποσκιρτήσεις από τον χώρο κατά ΣΥΡΙΖΑ μεριά επέβαλαν την ατζέντα τους. Ο εκσυριζαϊσμός της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι ίσως το πιο πρόχειρο αντίδοτο στην οργανωτική της αιμορραγία.
Η πρώτη - πρώτη εικόνα που δέχεται κανείς δίκην σφαλιάρας στο δόξαπατρί, είναι πώς το κείμενο αυτό συρρικνώνει όλο το εκλογικό πρόγραμμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην τρομερή και φοβερή επιστροφή υπό οποιεσδήποτε συνθήκες στο εθνικό νόμισμα, ως πλήγμα στον «υπαρκτό νεοφιλελευθερισμό». Το εθνικό νόμισμα είναι λοιπόν το μόνο ορατό όριο απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ. Η προσχώρηση στη φιλολογία του επάρατου νεοφιλελευθερισμού είναι, αντίθετα η μεγάλη υπόκλιση προς το δεξιό ρεφορμισμό, και αυτό δεν είναι δίχως συνέπειες στο λόγο και στην πολιτική ορολογία.
Πέραν του γεγονότος ότι ο Π. Σωτήρης είδε μεν καθ' ύπνους ότι «ο λαϊκός παράγοντας έκανε τη δική του μαζική παρέμβαση, διαμόρφωσε ασφυκτικό κλίμα και έτσι είχαμε την ιστορική απόρριψη των μέτρων από την Κυπριακή βουλή» αλλά απέτυχε να δει στον ξύπνιο του ότι οι υπερκείμενες ιμπεριαλιστικές ευρωπαϊκές αστικές τάξεις ζήτησαν την τραπεζική κεφαλή της κυπριακής τοιαύτης επί πίνακι και μάλιστα από αυτήν την ίδια και ότι ήταν ακριβώς η απουσία - όχι του λαϊκού - αλλά του εργατικού παράγοντα που έκανε δυνατή την «υπερήφανη» άρνηση της τελευταίας. Πέραν δηλαδή του γεγονότος ότι το διακύβευμα δεν είναι οι καταθέσεις των αλλονών, αλλά το αν θα διατηρήσει ή όχι η κυπριακή μπουρζουαζία το τραπεζικό της μαγαζάκι - γωνία, το ενδιαφέρον στο κείμενο του Σωτήρη είναι η μετατόπιση της ρητορικής του, από την «εργατική τάξη (άντε) και το λαό» του εκλογικού προγράμματος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στο «λαό» και μόνον. Διότι αυτή η ταξική ασάφεια του «λαού» μπορεί να χωρέσει, εκτός από , ή μαζί με, ολόκληρο τον εσμό των λοιπών ρεφορμιστών, και τον οικονομικίστικο αυτοματισμό του Π Σωτήρη, που θεωρεί ότι κατά κάποια αδήριτη οικονομική αναγκαιότητα θα μας προσφερθούν όλα στο πιάτο διότι « η επιστροφή σε εθνικά νομίσματα και η ανάκτηση της νομισματικής κυριαρχίας, ως πολιτική δημοκρατικού κοινωνικού ελέγχου της οικονομίας[...] Είναι ο κρίσιμος κρίκος για να ξεδιπλωθεί μια πολιτική εθνικοποιήσεων, ριζικής αναδιανομής, δημιουργίας θέσεων εργασίας, εργατικού ελέγχου και αυτοδιαχείρισης.» Όλα αυτά φυσικά εν ταξικῷ κενῷ, με μόνο το φούσκωμα μιας φαντασματικής και ,κυρίως, αυθόρμητης λαϊκής παρέμβασης, της μόνης άλλωστε κινηματικά προσιτής για τα μέτρα μιας αναιμικής πολιτικής παρουσίας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που σφίγγει όσα δόντια της απέμειναν για να μην διαλυθεί.
Αλλά μείνετε ήσυχοι, μπήκε η ιστορία στον αυτόματο διότι «Η εκρηκτική επιστροφή στο προσκήνιο των αντιφάσεων της ευρωζώνης, υπό την πίεση και του λαϊκού παράγοντα, δείχνει ότι αυτή η συζήτηση εκ των πραγμάτων έχει ανοίξει.Όχι ως διάλογος στην Αριστερά, αλλά ως συνύπαρξη υπαρκτών αντιθετικών ιστορικών ενδεχομένων» Μόνο μια μικρή πίεση του λαϊκού παράγοντα και καθαρίσαμε. Έτσι, αντικειμενικώς δηλαδή, και με ολίγην από αναρχία, δεν χρειάζεται καν κόμμα της εργατικής τάξης - και παραγράφεται πια το ανεμογκάστρι της ΑΝΤΑΡΣΥΑ . . .
Η απορία μου είναι πότε θα μιλήσουν οι μικρότερες συνιστώσες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ή μήπως, αποδεκατισμένες πια, πάθανε το σύνδρομο αφωνίας των αντικαπιταλιστικών συνιστωσών του ΣΥΡΙΖΑ;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου