Κυριακή 22 Μαΐου 2022

Συμβολή στη συζήτηση για το Ουκρανικό

 

του Πέτρου Νομικού

 

  1. Οι τελικά αδιέξοδοι εθνογενετικοί σπασμοί της Ουκρανίας, ξεκίνησαν στα μέσα του 19ου αιώνα, ανήκουν στο κύμα της εθνικής αφύπνισης του σλαβικού κόσμου και είναι σύγχρονες με το Βουλγαρικό, τον Μακεδονικό και τον Σερβικό εθνικισμό, οι οποίοι, έχοντας απέναντί τους όχι τον Τσάρο πασών των Ρωσιών, αλλά τον Μεγάλο Ασθενή της Κωνσταντινούπολης, που μετ’ ου πολύ ξεμέτρησε τις μέρες του, είχαν γενικά καλύτερη τύχη από τον Ουκρανικό εθνικισμό. Με το γύρισμα του αιώνα και το πέρασμα στον ιμπεριαλισμό, παρήλθε και ο καιρός που ο καπιταλισμός μπορούσε να αναλάβει το εγχείρημα της εθνικής αυτοδιάθεσης. «Το δικαίωμα της εθνικής αυτοδιάθεσης είναι φυσικά δημοκρατική και όχι σοσιαλιστική αρχή. Αλλά οι γνήσιες δημοκρατικές αρχές υποστηρίζονται και υλοποιούνται στην εποχή μας μόνο από το επαναστατικό προλεταριάτο και, γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, αλληλεπιδρούν με τα σοσιαλιστικά καθήκοντα..(1) θα γράψει ο Τρότσκι το 1939.

Δυστυχώς, το επαναστατημένο προλεταριάτο της Ρωσικής αυτοκρατορίας, σχεδόν αποκλειστικά ρωσικής εθνότητας, δεν κατάφερε υπό τις συνθήκες ιμπεριαλιστικής περικύκλωσης και επαναστατικής άμπωτης να εκπληρώσει το καθήκον της εθνικής χειραφέτησης των Ουκρανών εργατών και αγροτών, παρόλη την ευνοϊκή, χαρακτηριστική και κοινή με τους υπόλοιπους σύγχρονούς του εθνικισμούς του σλαβικού χώρου, σοσιαλιστική επιρροή πάνω στον Ουκρανικό εθνικισμό. Η κύρια αιτία της αποτυχίας ήταν ο μεγαλορώσικος σωβινισμός από τον οποίο έπασχε, του μπολσεβίκικου κόμματος μη εξαιρουμένου. Απέτυχαν ακόμα και μπολσεβίκοι σαν τον Κριστιάν Ρακόφσκι που έβλεπαν πολύ καλά ότι «Η Ουκρανία είναι πραγματικά το στρατηγικό κομβικό σημείο του σοσιαλισμού. Η δημιουργία μιας επαναστατικής Ουκρανίας θα πυροδοτούσε την επανάσταση στα Βαλκάνια και θα έδινε στο γερμανικό προλεταριάτο τη δυνατότητα να αντισταθεί στον λιμό και στον παγκόσμιο ιμπεριαλισμό. Η ουκρανική επανάσταση είναι ο αποφασιστικός παράγοντας για την παγκόσμια επανάσταση»(2). Η άμεση συνέπεια της αποτυχίας τους ήταν η δυνατότητα του Ρουμάνου άνακτα να πνίξει στο αίμα της την Ουγγρική Επανάσταση έχοντας τα νώτα του καλυμμένα. Περαιτέρω όμως, αυτή η αποτυχία στην Ουκρανία υπήρξε η πρώτη εκδήλωση ενός ιδεολογικού-πολιτικού νήματος που την συνδέει με την εκστρατεία στην Πολωνία το 1920 και τη Μάρτια Δράση του 1921 στη Γερμανία: λέγεται υποκατάσταση του προλεταριάτου και εξαγωγή της επανάστασης.

 

Για τους Μπολσεβίκους πρώην Μποροτμπιστές : «Βασιζόμενη στους εθνικούς δεσμούς της πλειοψηφίας του Ουκρανικού προλεταριάτου με το προλεταριάτο, μισοπρολεταριάτο και την μικρομπουρζουαζία της Ρωσίας και χρησιμοποιώντας το επιχείρημα της αδυναμίας του βιομηχανικού προλεταριάτου της Ουκρανίας, μια τάση που περιγράφουμε ως αποικιοκρατική καλεί στην οικοδόμηση ενός οικονομικού συστήματος στο πλαίσιο της Ρωσικής Δημοκρατίας, που είναι εκείνη της παλιάς Αυτοκρατορίας στην οποία η Ουκρανία ανήκε. Η τάση αυτή θέλει την ολοκληρωτική υποταγή του Κομμουνιστικού Κόμματος (Μπολσεβίκοι) της Ουκρανίας στο Ρωσικό κόμμα και γενικά στρέφεται προς την διάλυση όλων των νεαρών προλεταριακών δυνάμεων των «εθνών χωρίς ιστορία» μέσα στο Ρωσικό τμήμα της Κομιντέρν ... Στην Ουκρανία, η φυσική ηγετική δύναμη μιας τέτοιας τάσης είναι το τμήμα του βιομηχανικού προλεταριάτου της πόλης που δεν έχει έρθει σε συνδιαλλαγή με την Ουκρανική πραγματικότητα. Αλλά πέραν αυτού, και πάνω απ' όλα, η κύρια υποστήριξη της κυριαρχίας της Ρώσικης μπουρζουαζίας στην Ουκρανία ήταν πάντα η εκρωσισμένη μικρομπουρζουαζία της πόλης….Το αποικιοκρατικό πρόγραμμα Μεγάλης Δύναμης που επικρατεί σήμερα στην Ουκρανία, είναι βαθιά επιζήμιο για την κομμουνιστική επανάσταση. Η αγνόηση των φυσικών και νόμιμων εθνικών προσδοκιών των πρώην καταπιεσμένων εργαζομένων μαζών, είναι εξ ολοκλήρου αντιδραστική και αντεπαναστατική και είναι η έκφραση ενός παλιού αλλά ακόμα ζωντανού Μεγαλορώσικου ιμπεριαλιστικού σωβινισμού.»(3)

Ενώ ο Μύκολα Σκρίπνικ, παλιός μπολσεβίκος από το 1901 και πρώτος ηγέτης της Σοβιετικής Ουκρανίας, πριν οδηγηθεί από το Στάλιν στην αυτοκτονία το 1933 θα συμπεράνει ότι: «Η τραγωδία μας στην Ουκρανία είναι ότι για να κερδίσουμε την αγροτιά και το αγροτικό προλεταριάτο, έναν πληθυσμό Ουκρανικής εθνικότητας, χρειάζεται να στηριχθούμε στην υποστήριξη και στις δυνάμεις μιας Ρωσικής και εκρωσισμένης εργατικής τάξης, που ήταν ανταγωνιστική προς ακόμα και την παραμικρότερη έκφραση της Ουκρανικής γλώσσας και κουλτούρας»(4).

 

  1. Το δημοκρατικό δικαίωμα στην εθνική αυτοδιάθεση, ακόμα λιγότερο στις μέρες μας, δεν μπορεί να λυθεί από αυτό πού έχει απομείνει από τον αστικό δημοκρατισμό. Υπό την έννοια της δημιουργία ενός νέου, πραγματικά ανεξάρτητου έθνους – κράτους, είναι αδύνατη η ολοκλήρωση στον 21ο αιώνα μιας ημιτελούς εθνογένεσης του 19ου αιώνα. Είναι αδύνατη, διότι η πραγματική εθνική ανεξαρτησία του υπό κατασκευήν έθνους κράτους , την οποία μια εθνογένεση προϋποθέτει, μέσα σε ένα de facto προχωρημένο ιμπεριαλιστικό περιβάλλον  συνιστά αντίφαση εν τοις όροις. Αυτό όμως δεν σημαίνει προσχώρηση σε κάποιου είδους «ιμπεριαλιστικό οικονομισμό»(5) και απόρριψη κάθε διεκδίκησης για εθνική αυτοδιάθεση. Σημαίνει απλώς ότι κάθε εθνική διεκδίκηση μπορεί να νικήσει μόνο εάν συνδεθεί με τη σοσιαλιστική επανάσταση και ότι, από προλεταριακές θέσεις, υιοθετείται ή όχι, στο βαθμό που τείνει να συγκεντρώνει δυνάμεις για την εργατική υπόθεση και να ανεβάζει το επίπεδο της ταξικής συνείδησης.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση των μετασοβιετικών κρατικών θραυσμάτων, το καπιταλιστικό κράτος σχεδόν προηγήθηκε και αυτής της πρωταρχικής συσσώρευσης! Η μεταμορφωμένη σε μπουρζουαζία σοβιετική γραφειοκρατία υπήγαγε την εργατική τάξη του εκφυλισμένου εργατικού κράτους στον καπιταλιστικό παραγωγικό μηχανισμό. Η ιστορικά ακαριαία αυτή πραγματική υπαγωγή έγινε δυνατή χάρη στο σταλινικό εκφυλισμό του εργατικού κράτους ο οποίος είχε παραγάγει μια απαθή κατακερματισμένη και απολιτική σοβιετική εργατική μάζα, που, βίαια μεν εύκολα δε, μετασχηματίστηκε σε απαθή, κατακερματισμένη, πολιτικά συντηρητική και αντικομουνιστική εργατική τάξη, δέσμια του άγριου ολιγαρχικού κεφαλαιοκρατικού σχηματισμού σε μια καθαρά πελατειακή οικονομική και πολιτική σχέση υποταγής. Στο αδύνατο αυτής της «εθνογένεσης» βρίσκει την εξήγησή του το επαναλαμβανόμενο αυταρχικό – ολιγαρχικό πολιτικό – πολιτειακό μοτίβο αυτών των κρατικών θραυσμάτων.

Η αρχική αδυναμία της μετασοβιετικής Ρωσικής μητρόπολης να παραμείνει επικυρίαρχη των αποικιών της και η αρχική υποτακτική στάση του ίδιου του Πούτιν έναντι του ΝΑΤΟ, διευκόλυνε την πολιτικά βίαιη, αλλά οικονομικά ατελή απόσπασή τους από τη Σοβιετική Ένωση. Με την παλινόρθωση όμως του Μεγαλορώσικου ιμπεριαλιστικού σωβινισμού, την αρχική αδυναμία διαδέχθηκε,  ο «αντιιμπεριαλισμός» του Πούτιν και η ανοιχτή πλέον αντιπαράθεση Ρωσικού και Νατοϊκού ιμπεριαλισμού. Η διαδικασία αυτή, με αυτόν ακριβώς τον ατελή οικονομικό απογαλακτισμό των μη ρωσικών πρώην σοβιετικών δημοκρατιών, ως μοχλό στο χέρι του ενός ή του άλλου ιμπεριαλισμού, στένεψε και τα όρια της εθνικής και κρατικής ανεξαρτησίας αυτών των καπιταλιστικών πλέον κοινωνιών. Κατά συνέπεια, είτε εξώθησε την ταξική πάλη στο περιθώριο μιας αντικειμενικής εθνικής ομοψυχίας γύρω από ένα αδύνατο αίτημα εθνικής ανεξαρτησίας ηγεμονευόμενο από τις πολιτικές ελίτ, όπως στην περίπτωση της Ουκρανίας και των κρατιδίων του Καυκάσου πριν επέμβει σε αυτά ο ρωσικός ιμπεριαλισμός, είτε την κατέπνιξε κάτω από την μπότα ενός βοναπαρτισμού, είτε φιλορώσικου όπως στην Λευκορωσία και, τελικά, στην Τσετσενία είτε φιλονατοϊκού όπως στις Βαλτικές πρώην σοβιετικές δημοκρατίες. Οι ταξικοί προσδιορισμοί με δεδομένο το επίπεδο ταξικής συνείδησης των μετασοβιετικών εργατικών τάξεων, στο μεν ιδεολογικό επίπεδο διαθλώνται σε διάφορες εκδοχές του σωβινισμού και του φασισμού, ενώ στο πολιτικό μεταφράζονται σε στοίχιση πίσω από τον έναν ή τον άλλον ιμπεριαλισμό που υπόσχονται ο καθένας τη δική του εκδοχή μιας δήθεν εθνικής ανεξαρτησίας, στραμμένης, κάτω από τις δικές του φτερούγες, εναντίον του άλλου ιμπεριαλισμού. Επομένως το ζήτημα της εθνικής ανεξαρτησίας της Ουκρανίας δεν μπορεί επ’ ουδενί να αναχθεί χωρίς υπόλοιπο στην ιμπεριαλιστική αντιπαράθεση ούτε προφανώς και η ιμπεριαλιστική αντιπαράθεση να περιοριστεί στο ουκρανικό ζήτημα. Είναι δύο διαφορετικά επίπεδα πολιτικής τα οποία βρίσκονται εν προκειμένω σε επαλληλία. Από τη δική μας μεριά πρέπει να έχουμε απαντήσεις τόσο για το καθένα από τα δύο όσο και για την επαλληλία τους.

 

  1. Αν στο ζήτημα της ιμπεριαλιστικής αντιπαράθεσης υπάρχει μια γενική συμφωνία στην αριστερά από το ΚΚΕ μάλιστα και δώθε, δεν συμβαίνει το ίδιο με τα άλλα δυο ζητήματα. Σημειώσαμε ήδη, ότι η απολυτοποίηση της εθνικής αυτοδιάθεσης των Ουκρανών ενώ βλέπει τόσο το ζήτημα της ιμπεριαλιστικής αντιπαράθεσης όσο και αυτό της εθνικής ανεξαρτησίας της Ουκρανίας αποτυγχάνει παταγωδώς να δώσει λόγο για το πώς αλληλοεπηρεάζονται τα δύο αυτά επίπεδα και πέφτει στην αγκαλιά του αμερικάνικου ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου.

           Για να αρχίσουμε με το εθνικό ζήτημα ας θυμηθούμε τα εξής:

  1. Ο εθνικισμός του καταπιεστή είναι πάντοτε αντιδραστικός.
  2. Ο εθνικισμός του καταπιεσμένου, είναι μεν δίκαιος (εφόσον δεν υποτάσσεται πολιτικά σε αντιδραστικούς εθνικισμούς), δεν είναι όμως πάντοτε υποστηρίξιμος από επαναστατική σκοπιά. Ο πολωνικός εθνικισμός στην προπολεμική εποχή ήταν δίκαιος αλλά ούτε η Ρόζα ούτε ο Λένιν τον υποστήριζαν. Ο Λένιν συγκεκριμένα θα γράψει:
    «Οι διάφορες διεκδικήσεις τής δημοκρατίας, μαζί και ή αυτοδιάθεση, δεν είναι κάτι το απόλυτο, αλλά ένα μέρος τού πανδημοκρατικού (σήμερα: πανσοσιαλιστικού) παγκόσμιου κινήματος. Μπορεί σε ορισμένες συγκεκριμένες περιπτώσεις το μέρος να έρχεται σε αντίθεση με το όλο και τότε πρέπει να απορρίπτεται. Μπορεί σε κάποια χώρα το δημοκρατικό κίνημα να είναι απλώς όργανο των κληρικών ή χρηματιστικών-μοναρχικών ραδιουργιών των άλλων χωρών, τότε εμείς δεν πρέπει να υποστηρίζουμε αυτό το δοσμένο, συγκεκριμένο κίνημα[…]
    Μήπως είμαστε ενάντια στους πολέμους και τις επαναστάσεις πού διεξάγονται για μια υπόθεση δίκαιη και ωφέλιμη για το προλεταριάτο, για τη δημοκρατία και για το σοσιαλισμό; “Δεν μπορούμε όμως να είμαστε υπέρ του πολέμου ανάμεσα στους μεγάλους λαούς, υπέρ της εξόντωσης 20 εκατομμυρίων ανθρώπων για την προβληματική απελευθέρωση ενός μικρού έθνους πού αποτελείται ίσως από 10-20 εκατομμύρια πληθυσμό”! Και βέβαια, δεν μπορούμε. Όχι όμως επειδή βγάζουμε από το πρόγραμμα μας την πλήρη εθνική ισότητα, αλλά επειδή τα συμφέροντα της δημοκρατίας μιας χώρας πρέπει να υποτάσσονται στα συμφέροντα της δημοκρατίας μερικών χωρών και όλων των χωρών.»(6)

 

 

Η περιοχή ονομαζόταν Ερημική περιοχή ή Ακατοίκητη Συ­νοριακή Περιοχή γιατί πρακτικά ήταν πολεμική ζώνη μέχρι που στα 1764 η Μεγάλη Αικατερίνη ίδρυσε το Κυβερνείο της Νοβορωσίας.

 

Στο Ουκρανικό, είναι διακριτοί τρεις εθνικισμοί. Ο πανθομολογουμένως αντιδραστικός μεγαλορώσικος εθνικισμός, ο ουκρανικός εθνικισμός και ο εθνικισμός των σεπαρατιστών της Κοιλάδας του Ντον, που μπήκε πρόσφατα μεν στη δημοσιότητα αλλά όχι και στην ιστορία. Από τους δύο τελευταίους, ο εθνικισμός των σεπαρατιστών είναι επίσης αντιδραστικός για πολλούς λόγους.
Πρώτον γιατί το αίτημα της απόσχισης του Ντονέσκ και του Λουχάνσκ δεν μπορεί παρά να προκαλέσει πόλεμο στον οποίο εμπλέκονται οι δύο μεγάλες πυρηνικές δυνάμεις αυτού του πλανήτη (και που πράγματι προκάλεσε υπό την έννοια του υπομοχλίου και του προσχήματος). Πολλώ δε μάλλον που οι σεπαρατιστές δεν θέλουν ανεξαρτησία αλλά προσάρτηση στη Ρωσία και, ακόμα χειρότερα, όχι μόνο της περιοχής που κατέχουν αλλά ολόκληρης της “Νοβορωσίας” απηχώντας τους σχεδιασμούς του Ρωσικού ιμπεριαλισμού.
(7)
Ας σημειώσουμε ότι η σημερινή αποσχιστική κίνηση δεν είναι η πρώτη. Η μπολσεβίκικη πολιτική του εξουκρανισμού στη νεαρή Σοβιετική Ουκρανία, βρέθηκε αντιμέτωπη με μια απόπειρα από την «
Κατερινοσλαβίτικη» δεξιά πτέρυγα του κόμματος», που «σχημάτισ[ε] μια σοβιετική δημοκρατία στην μεταλλευτική και βιομηχανική περιοχή του Ντονέσκ – Κριβιι Ριχ, συμπεριλαμβανομένης και της Ντονμπάς, με στόχο να την ενσωματώσ[ει] στη Ρωσία. Αυτή η δημοκρατία, διακήρυξαν οι ηγέτες της, ήταν εκείνη ενός Ρώσικου προλεταριάτου “το οποίο δεν θέλει να ακούσει τίποτα για κάποια λεγόμενη Ουκρανία και δεν έχει τίποτα κοινό με αυτήν”»(8) Ο δεύτερος λόγος λοιπόν για τον αντιδραστικό χαρακτήρα του μεγαλορώσικου εθνικισμού της κοιλάδας του Ντον είναι ο διαχρονικά μόνιμος σύνδεσμός του με τον μεγαλορώσικο σοβινισμό της Ρωσίας. Από καθαρά πολιτική άποψη υπάρχει εδώ κι ένα δεύτερο επίπεδο αντιδραστικότητας. Οι σεπαρατιστές δεν είναι καν αυθεντικοί πολιτικά: η ηγεσία τους αποτελείται από πράκτορες της Ρωσίας και γνωστούς Ρώσους ναζί. 

Τρίτο, μπορεί κανείς να παραλληλίσει ευθέως την κατάσταση στο Ντονμπάς με την Β. Ιρλανδία. Εκεί έχουμε μια ιρλανδική – καθολική κοινότητα και μια κοινότητα των αποίκων βρετανική – προτεσταντική. Κανείς δεν διανοείται να υποστηρίξει ότι οι ενωτικοί προτεστάντες έχουν δικαίωμα στην «εθνική τους αυτοδιάθεση» δηλαδή στην ένωση με την Μ. Βρετανία εις βάρος των Ιρλανδών καθολικών, προς τους οποίους η καταπίεση θα αυξανόταν κατακόρυφα αν οι Άγγλοι άποικοι πετύχαιναν πράγματι την πλήρη ένωση με το Ηνωμένο Βασίλειο.
Στην περιοχή των αποσχιστικών δεν υπάρχουν μόνο οι θορυβώδεις ρωσόφιλοι. Μια προσάρτηση της περιοχής στη Ρωσία θα ακολουθηθεί από εθνοκάθαρση όσων δεν δηλώσουν Ρώσοι ψυχή τε και πνεύματι και σώματι. Αυτός είναι ένας τέταρτος λόγος για να χαρακτηρίσουμε αντιδραστικό τον εθνικισμό στη Ντονμπάς.
 

Φυσικά, η μη υποστήριξή του δικαιώματος της απόσχισης δεν σημαίνει επ’ ουδενί ότι παραγράφονται και τα εθνοτικά – πολιτισμικά, γλωσσικά – δικαιώματα των ρωσικής εθνότητας Ουκρανών που αποτελούν πάντως όχι περισσότερο από το 40% του πληθυσμού στην κοιλάδα του Ντον! Σημαίνει μόνο ότι τα υποστηρίζουμε εντός των ορίων του Ουκρανικού κράτους, ενδεχομένως και ενάντια στις κρατικές πολιτικές.

 

4.Απομένει ο τρίτος, ο Ουκρανικός εθνικισμός. Αξίζει εδώ να θυμηθούμε ότι:

  • Το σύνθημα του Liebknecht –ο κύριος εχθρός βρίσκεται στην ίδια τη χώρα μας– αφορά το προλεταριάτο των ιμπεριαλιστικών εθνών˙ δεν βρίσκει εφαρμογή στο προλεταριάτο των εξαρτημένων. Για παράδειγμα, οι Αιθίοπες εργάτες και φτωχοί χωρικοί στον Ιταλο-Aβυσσηνιακό πόλεμο(9) δεν είχαν τον αυτοκράτορά τους Χαϊλέ Σελασιέ για κύριο εχθρό αλλά, υπερασπιζόμενοι την εθνική τους ανεξαρτησία από τον ιταλικό ιμπεριαλισμό, το Μουσολίνι˙ τον ίδιο κύριο εχθρό που είχαν και οι Ιταλοί σύντροφοί τους. Η διάκριση του Λένιν ανάμεσα στον εθνικισμό του καταπιεστή και σε εκείνον του καταπιεζόμενου, βάζει σε εντελώς διαφορετικές βάσεις τον καθένα από τους δύο.

  • Περαιτέρω, το σύνθημα αυτό δεν κλείνει το ζήτημα της στάσης των εργατών απέναντι στον πόλεμο. Οι εργάτες δεν είναι εχθροί ειδικά και μόνο του «δικού τους» ιμπεριαλιστή, αλλά εχθροί του ιμπεριαλισμού γενικά: ως παγκόσμια κοινωνική τάξη, ενάντια στον ιμπεριαλισμό ως παγκόσμιο κοινωνικό σύστημα. Η εναντίωση αυτή εκφράζεται πολιτικά με τον προλεταριακό διεθνισμό, με την υποστήριξη του αγώνα των εργατών των άλλων χωρών, εμπόλεμων ή μη.

 

  1. Το σφάλμα της άκριτης υποστήριξης της Ουκρανικής κυβέρνησης, δεν είναι αυτό καθαυτό το ότι δέχεται -υπό όρους- κάποιες από τις κυρώσεις του ΝΑΤΟ εναντίον της Ρωσίας ούτε ότι συναινεί στην αποστολή όπλων στο Ουκρανικό κράτος. Δεν θα ήταν κανείς γενικώς και αορίστως κατά των κυρώσεων ενός καπιταλιστικού κράτους σε ένα άλλο. Σε μερικές περιπτώσεις τις απαιτούμε (Ισραήλ, Νότια Αφρική) ή δεν ζητάμε την απόσυρσή τους. Ακόμα και τώρα, παρότι δεν μπορεί να αποτελεί εργατικό αίτημα, δεν έχει κανένα λόγο να αντιτίθεται κανείς, από θέσεις αρχών, στο πάγωμα των κεφαλαίων των Ρώσων ολιγαρχών στην Ελβετία ή στην Αγγλία, στο βαθμό που πράγματι αυτό θα ασκούσε πίεση στη Ρωσία για να αποσύρει το στρατό της από την Ουκρανία. Το λάθος βρίσκεται στο ότι αμελείται η νατοϊκή εμπλοκή στον πόλεμο. Ή αντιστρόφως, η θέση  της άκριτης υποστήριξης της Ουκραντικής κυβέρνησης θα ήταν πολύ σωστή αν δεν υπήρχε το ΝΑΤΟ. Αυτή η επιλεκτική τυφλότητα είναι που κάνει  αυτή τη θεση να στοιχίζεται με τον έναν ιμπεριαλισμό εναντίον του άλλου. 

Έχει επίσης υποστηριχθεί ο εξής συλλογισμός: «Ναι μεν το ΝΑΤΟ ασκεί ιμπεριαλιστική επεκτατική πολιτική στην Ευρώπη, αλλά σε τελευταία ανάλυση δεν ήταν το ΝΑΤΟ εκείνο που σήκωσε πόλεμο. Για τη ρωσική πλευρά, η επεκτατική πολιτική του ΝΑΤΟ χρησίμευσε μόνο σαν πρόσχημα για μια προειλημμένη απόφαση εισβολής. Έτσι, ο νατοϊκός ιμπεριαλισμός είναι κάτι άσχετο, εξωτερικό προς την κατάσταση και, επομένως, έχουμε μια κλασσική περίπτωση ενός καταπιέζοντος εθνικισμού που επιτίθεται σε ένα καταπιεζόμενο εθνικισμό». Το συμπέρασμα της αυτόματης υποστήριξης του καταπιεσμένου εθνικισμού και ακόμα χειρότερα της αστικής του κυβέρνησης είναι βέβαια ένα επιπλέον λογικό άλμα, που δεν εξηγεί γιατί και πώς η νίκη της ουκρανικής κυβέρνησης θα παρήγαγε εθνική χειραφέτηση και πώς αυτή θα υπηρετούσε την προλεταριακή χειραφέτηση.

 

  1. Με τη φούρια μιας απολυτοποιημένης υποστήριξης της εθνικής αυτοδιάθεσης αγνοούνται ακόμα και τα συγκεκριμένα οικονομικά συμφέροντα που διακυβεύονται και διευρύνουν το πεδίο της σύγκρουσης πολύ πέραν της Ουκρανικής επικράτειας. Στη Ρωσία της καπιταλιστικής παλινόρθωσης, από την κατάρρευση μέχρι το 1998, η βιομηχανική παραγωγή είχε μειωθεί κατά 60%(10). Το 2015, η βιομηχανική παραγωγή ήταν ακόμη κάτω από τα επίπεδα του 1990. Η απασχόληση στις βιομηχανικές επιχειρήσεις μειώθηκε από το 40% της συνολικής απασχόλησης πριν από την ιδιωτικοποίηση σε 26,8% το 2019. Τα ποσοστά συμμετοχής του πληθυσμού στο εργατικό δυναμικό μειώθηκαν από το 71% στο 62% και τούτο παρόλη την ταυτόχρονη μείωση του συνολικού πληθυσμού. Μόνο ο τομέας πετρελαίου και φυσικού αερίου έχει καταφέρει να ξεπεράσει τα επίπεδα της παραγωγής πριν από την ιδιωτικοποίηση.
    Σε τριάντα ένα χρόνια, 1989-2020, το ΑΕΠ μετρούμενο σε σταθερές τιμές δολαρίου από 1,2 τρισεκατομμύρια δολάρια έφτασε μόλις τα 1,42 τρισεκατομμύρια δολάρια, με μέσο δηλαδή ρυθμό +0,59% ετησίως. Κατά την ίδια περίοδο, ο ρυθμός αύξησης του ακαθάριστου πάγιου κεφαλαίου, σε σταθερές πάντα τιμές δολαρίου, μειώθηκε κατά 43%. Και πάλι, μόνο ο τομέας του πετρελαίου και του φυσικού αερίου εξαιρείται από τη γενική αυτή τάση.

Το 45% των ευρωπαϊκών εισαγωγών φυσικού αερίου προέρχονται από τη Ρωσία και αντιστοιχούν στο 40% της συνολικής κατανάλωσης της ΕΕ. Η Ρωσία είναι ο τρίτος κατά σειρά παραγωγός φυσικού αερίου στον κόσμο με πρώτες τις ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ έχουν λοιπόν να διαθέσουν στην αγορά το προϊόν μιας υπερπαραγωγής σχιστολιθικού φυσικού αερίου που είδε μάλιστα τις επενδύσεις κεφαλαίου στον τομέα να αυξάνονται το 2021, για πρώτη φορά τα τρία τελευταία χρόνια. Για το σκοπό αυτό χρειάζονται φυσικά να εκτοπίσουν τους Ρώσους, ιδιαίτερα μάλιστα από την ΕΕ.

Το 2021, η ρωσική παραγωγή φυσικού αερίου έφτασε το ρεκόρ των 762 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων και τροφοδότησε προσδοκίες επέκτασης της παραγωγής τα επόμενα χρόνια. Οι προσδοκίες αυτές διαψεύστηκαν όμως, αφού το 2021 οι εξαγωγές τους περιορίστηκαν μόλις στα 185 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα, πράγμα που βέβαια οφείλεται εν μέρει και στην πανδημία. Απέναντι στις Ρωσικές εξαγωγές φυσικού αερίου, οι εξαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου των ΗΠΑ προς το Βέλγιο, τη Γαλλία, την Ελλάδα, την Ιταλία, την Ολλανδία, την Πολωνία, την Πορτογαλία, την Ισπανία, την Τουρκία και το Ηνωμένο Βασίλειο σχεδόν εξαπλασιάστηκαν. Πιο πρόσφατα, τον Ιανουάριο του 2022, οι εξαγωγές της Gazprom μειώθηκαν κατά περισσότερο από το ένα τρίτο σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ενώ οι εξαγωγές των ΗΠΑ στην Ευρώπη πενταπλασιάστηκαν σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Οι όγκοι του αμερικανικού LNG που φτάνουν στην Ευρώπη αντιστοιχούν ήδη στο 40% των ποσοτήτων που αυτή προμηθεύεται από τη Ρωσία. Στους σχεδιασμούς λοιπόν του Πούτιν δεν μπορεί να μη περιλαμβάνεται η, ζωτική για τη ρωσική μπουρζουαζία, ανάγκη να προστατευτούν οι ροές του Ρωσικού φυσικού αερίου δια της Ουκρανίας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο πόλεμος στην Ουκρανία λοιπόν είναι ανάμεσα στα άλλα και πόλεμος για την Ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου.

  1. Παρόλα αυτά, κάποιοι από τους ισχυρισμούς της άκριτα φιλοουκρανικής αριστεράς είναι η μισή αλήθεια. Ο πολύς Dugin έχει ήδη εγγράψει στο ιδεολογικό οπλοστάσιο του Μεγαλορώσικου ιμπεριαλισμού το δικό του φασιστικό σχέδιο αυτοκρατορικής επέκτασης: Προσάρτηση της Ουκρανίας εκτός των δυτικότατων περιοχών του Λβιβ, της Βολυνίας και της Ζακαρπαθίας, τις οποίες προορίζει για να αποτελέσουν μια ουδέτερη μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας κρατική ομοσπονδία. Όπως ο Ναπολέων φόρεσε «τη στολή της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας» για να εκπληρώσει τους πολιτικούς του σκοπούς, έτσι και ο Dugin θέλει να ντύσει με το τσαρικό αυτοκρατορικό ρούχο τον Πούτιν για να εκπληρώσει ένα πολιτικό σχέδιο, που μας παραπέμπει στην τρίτη από τις δυνατότητες εξέλιξης του ιμπεριαλισμού όπως τις προβλέπει ο Mandel στον Ύστερο Καπιταλισμό. Τη δυνατότητα «του συνεχόμενου ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού που παίρνει νέες ιστορικά μορφές» όπου «η συγχώνευση του κεφαλαίου επιτυγχάνεται σε ηπειρωτικό επίπεδο εντείνοντας έτσι ακόμα περισσότερο τον διηπειρωτικό ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό». Φυσικά ο Dugin δεν αποτυγχάνει να δει, φωτογραφίζοντας τον σε αρνητικό φιλμ τον πόλεμο, ως προϋπόθεση του υπό σχηματισμό επίδοξου Ευρασιατικού ιμπεριαλιστικού μπλοκ, που ακούει σε ευφημισμούς του τύπου «Ευρασιατικός Πνευματικός Χώρος». Είναι εκείνο που ο Mandel φωτογραφίζει με όλα τα μελανά του χρώματα ως καταστροφή: ακόμα κι αν «… οι παγκόσμιοι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι έχουν γίνει εξαιρετικά απίθανοι αν όχι αδύνατοι, [τ]ούτο φυσικά δεν αποκλείει είτε τοπικούς ενδοϊμπεριαλιστικούς πολέμους (μέσω πληρεξουσίων ας πούμε) και νέους αποικιακούς πολέμους λεηλασίας είτε αντεπαναστατικούς πολέμους ενάντια σε εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα»(11).
    Προφανώς, δεν αποκλείει ούτε και το μείγμα τοπικού ενδοϊμπεριαλιστικού και αποικιακού
    πολέμου που είναι η Ουκρανική στρατιωτική σύρραξη. Στην πρακτική πολιτική τώρα, πράγματι ο Μεγαλορώσικος σοβινισμός του καθεστώτος της Μόσχας, όπως διατυπώθηκε και στο περίφημο διάγγελμα Πούτιν της 21ης Φεβρουαρίου 2022, δεν αναγνωρίζει ούτε Ουκρανική εθνότητα ούτε και Ουκρανικό εθνικό κράτος, ενώ η προσάρτηση της Ουκρανίας ή τουλάχιστον της πάλαι ποτέ Νοβορωσίας (την οποία λιβανίζουν ανελλιπώς οι μεγαλορώσοι σεπαρατιστές ανεμίζοντας, για του λόγου το ασφαλές, τους δικέφαλους αετούς του τσαρισμού που τη λάνσαρε) είναι πολύ ψηλά στην ατζέντα του. Οι ζωτικές οικονομικές ανάγκες του ρώσικου ιμπεριαλισμού, όπως σκιαγραφήθηκαν ήδη, υποδεικνύουν τον άμεσο λόγο της ουκρανικής περιπέτειας του Πούτιν, όσο και το γεγονός ότι υπήρξε πράγματι μια προειλημμένη –απόρροια της ιμπεριαλιστικής τους φύσης– απόφαση των ρωσικών ολιγαρχικών ελίτ.

Το συμπέρασμά όμως της άκριτης υποστήριξης της Ουκρανικής κυβέρνσης  παραβιάζει την αρχή του αποχρώντος λόγου, βγάζοντας το ΝΑΤΟ από το λογαριασμό. Διότι είναι ακριβώς η επεκτατική πολιτική του ΝΑΤΟ και η οικονομική απειλή των ΗΠΑ που έκανε το πράγμα επείγον για το ρώσικο ιμπεριαλισμό επέσπευσε τους σχεδιασμούς του και οδήγησε στον πόλεμο. Είναι η πολιτική του ΝΑΤΟ που υπολόγισε ότι, μολονότι δεν έχει πια τη δυνατότητα να προσαρτήσει ευθέως την Ουκρανία, έχει πάντως ακόμα τη δυνατότητα να σπρώξει τον Πούτιν στον πόλεμο ώστε να φορτώσει ένα Αφγανιστάν στην πλάτη του, να αχρηστεύσει μέσα στο πολιτικό και στρατιωτικό χάος τους ρωσικούς αγωγούς στην Ουκρανία, να ευθυγραμμίσει τις λεγόμενες «ουδέτερες» ευρωπαϊκές και Ασιατικές χώρες με τους δικούς του στρατιωτικούς σχεδιασμούς, προσβλέποντας ταυτόχρονα ότι, μελλοντικά, ίσως δρέψει το ίδιο την Ουκρανία και τους πόρους της(12) σαν ώριμο φρούτο.

 

  1. Η Ουκρανική εθνότητα είναι μια ιστορικά καταπιεσμένη εθνότητα, που γνώρισε τόσο προκαπιταλιστική, όσο και καπιταλιστική καταπίεση από πολλαπλούς εθνικισμούς: τον Πολωνικό, τον Αυστροουγγρικό, το Γερμανικό και φυσικά το Μεγαλορώσικο εθνικισμό. Η Ουκρανική εργατική τάξη και τα κατώτερα στρώματα της Ουκρανικής μικρομπουρζουαζίας έχουν κάθε δικαίωμα στην εθνική τους αυτοδιάθεση, κατά προτεραιότητα ενάντια στον άμεσο εισβολέα, τον Ρωσικό ιμπεριαλισμό. Ο μόνος όμως δρόμος που έχουν για να το πετύχουν, είναι μια διπλή πάλη, από τη μια ενάντια στον ιμπεριαλισμό του εισβολέα και στη μερίδα εκείνη της Ουκρανικής μπουρζουαζίας που τον υποστηρίζει και από την άλλη ενάντια στον ιμπεριαλισμό που πρακτορεύεται από τη μερίδα της ολιγαρχικής μπουρζουαζίας που εκφράζει η κυβέρνηση Ζελένσκι. Η χειρονομία της Ουκρανικής κυβέρνησης να μοιράσει όπλα στο λαό, ελπίζοντας –όχι εντελώς αβάσιμα– ότι στις λαϊκές πολιτοφυλακές θα ηγεμονεύσουν οι φασίστες, ανοίγει ταυτόχρονα ένα πεδίο δράσης για τις ισχνές δυνάμεις της αριστεράς(13) που υπάρχουν ήδη μέσα σε αυτές τις πολιτοφυλακές, όπως υπάρχουν και μάλλον κυριαρχούν, στις αυτοοργανωμένες δομές λαϊκής αλληλεγγύης που ήδη δρουν. Το στοίχημα ενός ταξικού συντονισμού ανάμεσα σε αυτές τις αυτοοργανωμένες δυνάμεις και σε ένα μέρος τουλάχιστον των πολιτοφυλακών είναι το στοίχημα της εργατικής υπόθεσης στην Ουκρανία. Είναι το στοίχημα του εάν η εργατική τάξη της Ουκρανίας μπορέσει να εκφράσει το αίτημα της δικής της ταξικής χειραφέτησης με όρους εθνικής χειραφέτησης και να συγκεντρώσει έτσι γύρω της ολόκληρο το έθνος.

  2. Σίγουρα ο Ουκρανικός εθνικισμός δεν είναι προς το παρόν υποστηρίξιμος από εργατικές θέσεις, αλλά είναι ο μόνος που θα μπορούσε να γίνει υποστηρίξιμος. Η προσοχή για το τι γίνεται στο εσωτερικό του και η ενίσχυση, πολιτικά και πρακτικά, όσων δυνάμεων συντείνουν προς μια ανεξάρτητη εργατική πολιτική, είναι το καθήκον των διεθνιστών που πρέπει να υπολογίζουν μάλλον τις δυνατότητες παρά τις πιθανότητες προκειμένου να χαράξουν πολιτική. Κι αν αυτό δεν φαντάζει σαν ρεαλιστική προοπτική, δεν είναι πάντως τίποτε περισσότερο από ό,τι κατάφεραν, μέρες πού ’ναι, οι Παριζιάνοι εργάτες ρίχνοντας την αστική κυβέρνηση του Adolphe Thiers και δημιουργώντας την Κομμούνα, με τον Πρωσικό Στρατό ante portas. Μια τέτοιου είδους διάκριση, που να κινείται κατά μήκος των ταξικών γραμμών αποφεύγοντας τους σκοπέλους του «ιμπεριαλιστικού οικονομισμού», θα μπορούσε να απαντήσει στο πρόβλημα της πολιτικής τοποθέτησης απέναντι στην επαλληλία των ιμπεριαλισμών ανταγωνισμών και της εθνικής ανεξαρτησίας των Ουκρανών εργατών σε τούτο τον πόλεμο. 

     

 Σημειώσεις

(1)  Τρότσκι, Λεόν «Η Ουκρανική Ανεξαρτησία και οι Παραζαλισμένοι Σεκταριστές» Socialist Appeal , Τομ. III Νο. 70 σ.2 και Vol. III Νο. 71 σ.2, 15 και 17 Σεπτεμβρίου 1939

(2)  Rakovsky, Christian Georgievich Δήλωση για την ανάληψη των καθηκόντων Πρόεδρος του Κομισαριάτου της Ου­κρανικής Σοβιετικής Δημοκρατίας, Izvestia 26 Ιανουαρίου 1Τομ. III Νο. 70 σ.2919

(3)  Kowalewski, Zbigniew Marcin «Για την Ανεξαρτησία της Σοβιετικής Ουκρανίας» International Marxist Review τομ.4 αρ2 1989

(5)  Λένιν, Β.Ι Σχετικά με τη γελοιογραφία ου Μαρξισμού και τον ιμπεριαλιστικό οικονομισμό (A Caricature of Marxism and Imperialist Economism) Άπαντα τομ 30 σελ 77 – 130 Σύγχρονη Εποχή έκδοση 5η 1981, μετάφραση της σοβιετικής έκδοσης του 1977

(6)  Λένιν Β.Ι. «Τα Αποτελέσματα της Συζήτησης για γην Αυτοδιάθεση» Άπαντα τόμ. 30 σσ. 67, 71

(7)  Εναλλακτικά βλέπουν και μια υπόσταση προτεκτοράτου «όπως η Απχαζία και η Νότια Οσετία»

(9)  Τρότσκι, Λεόν «Για τους δικτάτορες και τα υψώματα του Όσλο», New International [New York], Vol.3 No.3, Ιού­νιος 1936

(11)  Mandel, Ernest Late Capitalism σελ 332 – 3, Λονδίνο NLB New Left Review Editions, 1975

(12)  Chattopadhyay, Kunal και Vanaik, Achin Όχι στη ρωσική ιμπεριαλιστική επίθεση, όχι στην παρέμβαση των ΗΠΑ/ΝΑΤΟ, Spectre 5 Μαρτίου 2022 και Παραναγνώστης 15 Μαρτίου 2022

(13)  Και μια ελπίδα ότι τα Καλάσνικοφ του Μητσοτάκη ίσως πέσουν τελικά σε καλά χέρια...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου