Αναδημοσίευση από το 2467kollontai
Αφορμή για αυτές τις σκέψεις στάθηκε από τη μία η επικαιρότητα γύρω από τις ακραίες σεξιστικές επιθέσεις ενάντια στη Ζωή Κωνσταντοπούλου και από την άλλη ένα κείμενο για την έμφυλη καταπίεση και τη σχέση της με την πολιτική εξουσία που κάποτε είχα γράψει στο περιοδικό που βγάζαμε ως φοιτητικό σχήμα και που πρόσφατα βρήκα τυχαία. Το ιδιαίτερο με αυτό το ζήτημα είναι ότι, ενώ όταν ξεδιπλώνεις μία σκέψη, κατά κανόνα επιθυμείς αυτόν που την διαβάζει να προβληματιστεί προς την κατεύθυνση που ακολουθείς και ίσως και να πειστεί, σε αυτό το θέμα δεν υιοθετώ καμία τέτοια αξίωση. Κι αυτό γιατί στο θέμα του σεξισμού έχουμε χορτάσει συγκατάβαση και θεωρητική συμφωνία με άτομα που στην πρώτη ευκαιρία αποστρέφονται τις γυναικείες «υστερίες» και αιτιολογούν τις απόψεις μας με τη μέθοδο του «ε, αφού αυτά λέει ο γκόμενός της». Έτσι, σύντροφοι και συντρόφισσες που κόπτεσθε για το ζήτημα του κοινωνικού φύλου, αν πραγματικά σας απασχολεί, πράγμα που δεν αμφισβητώ, ίσως θα πρέπει να αρχίσετε να επεξεργάζεσθε την ιδέα πως η επίλυσή του σε απελευθερωτική κατεύθυνση περνάει πάνω από τη βίαιη κατάργηση διάφορων ρόλων που υιοθετείτε αυτοεκπληρωτικά ως πολιτικά και κοινωνικά υποκείμενα.
…
Ο Αριστοτέλης είχε δώσει μια ιδεολογική νομιμοποίηση της έμφυλης καταπίεσης μέσω της εισαγωγής της έννοιας του βουλευτικού. Ως βουλευτικό περιγράφεται η ικανότητα κρίσης και άρα, κατ’ επέκταση η δικαιοδοσία στην άσκηση εξουσίας. Η ικανότητα αυτή αναγνωρίζεται ως χαρακτηριστικό που ξεχωρίζει τον άνθρωπο από τα άλλα έμβια όντα, όμως ταυτόχρονα θεωρείται ότι εκλείπει από τις γυναίκες και τους δούλους. Έτσι, η έμφυλη καταπίεση δεν χτίζεται απλώς πάνω στην άποψη πως, με απλά λόγια, οι γυναίκες είναι ανίκανες για την ανάληψη καθηκόντων αποφασιστικών για την οργάνωση της κοινωνικής ζωής, αλλά πάνω στον υποβιβασμό της ίδιας της φύσης τους ως βιολογικά κατώτερη και άρα φυσικά υποτελής.
Ο ρόλος της γυναίκας ως εκκολαπτική μηχανή και ως υπηρέτης και σπλαχνική ακόλουθος του άντρα και της οικογένειας παρουσιάζεται σήμερα να φθίνει ως μοτίβο, όσο η αναγνώριση της αποφασιστικής ικανότητας της γυναίκας παίρνει θεσμικό χαρακτήρα. Ωστόσο, μια τέτοια διαπίστωση δεν φαίνεται να επαληθεύεται αν κανείς ρίξει μια πιο κοντινή ματιά στη δομή της οικογενειακής και κοινωνικής ζωής. Αυτή η αναντιστοιχία μπορεί να μεταφράζεται με διάφορους τρόπους.
Ένας συλλογισμός λέει πως αφού οι δυνατότητες και τα δικαιώματα για τα δύο φύλα στις δυτικού τύπου κοινωνίες τείνουν προς πλήρη εξίσωση, το γεγονός ότι η γυναίκα μένει εκτός αξιωμάτων, δεν καταλαμβάνει θέσεις εξουσίας κ.λπ. αποδεικνύει ότι η φύση της είναι όντως διαφορετική, ασύμβατη και μη ικανή για τέτοιου είδους καθήκοντα. Πρόκειται δηλαδή για μία κατά κάποιο τρόπο φυσική επιλογή.
Δεύτερον, κάποιοι αιτιολογούν το γεγονός αυτό του έμφυλου αποκλεισμού αποδίδοντάς το σε μια φεουδαρχικού τύπου κυριαρχία των αντρών στην κοινωνικοπολιτική ζωή. Δηλαδή, λένε ότι σε έναν κόσμο που από την απαρχή του οι άντρες κατέχουν παραδοσιακά πόστα εξουσίας σε οργανωτικές δομές μεγάλης ή μικρής κλίμακας, η προκατάληψη της κυριαρχίας ενάντια στις γυναίκες τις αποκλείει με διάφορα τεχνάσματα λόγω μίσους και ανταγωνισμού. Πάλι δηλαδή, φυσικοποιείται ο πόλεμος των ανδρών εναντίον των γυναικών, ένας πόλεμος που σαν κάθε πόλεμος έχει υποχωρήσεις, τακτικές συμμαχίες και ελιγμούς, προσχωρήσεις σε αντίπαλα στρατόπεδα, προδοσίες κ.ο.κ.
Αν και η δεύτερη ερμηνεία αντιμετωπίζεται ως πιο προοδευτική, στην ουσία είναι το ίδιο βλακώδης με την πρώτη. Κάθε κοινωνική παγίωση πρέπει να προσεγγίζεται ιστορικά, αφού για να «αποκρυπτογραφηθεί» μία έννοια χρειάζεται μια πιο κοντινή ματιά στις αιτίες που τη γέννησαν και τη μορφοποίησαν. Ο καπιταλισμός φέρεται πιο έξυπνα από πολλούς επικριτές του, αφού δεν προσκολλάται σε προκαταλήψεις παρά μόνο όταν αυτές φροντίζουν για την αναπαραγωγή του. Και η αναπαραγωγή του επιτάσσει την φυλοποίηση της ίδιας της εξουσίας, γιατί η εξουσία πρέπει να είναι «αντρική» στην ίδια της τη λειτουργία. Για να νομιμοποιείται χρειάζεται μία πατριαρχική φιγούρα προστάτη και πολεμιστή, αδιάφθορου, δίκαιου τιμωρού, αυστηρού και συνάμα σπλαχνικού δυναμικού ηγέτη, το βιολογικό φύλο του οποίου σχετίζεται μόνο σε επίπεδο συμβολισμού. Μάλιστα, αυτό το πρότυπο αναπαράγεται σε κάθε επίπεδο πολιτικής οργάνωσης, από τους αρχηγούς κρατών ως την τελευταία αναρχική γκρούπα. Όμως, η ίση πρόσβαση σ’ αυτήν την εξουσία δεν συνδέεται με κανέναν αγώνα για χειραφέτηση. Αγώνας για χειραφέτηση είναι το γκρέμισμα της εξουσίας αυτής.
Όπως η οικολογία που διαχωρίζεται από την αντικαπιταλιστική πάλη είναι πάντα καλή ευκαιρία για πράσινες μπίζνες, έτσι και η υπεράσπιση της γυναίκας ως κοινωνικού ρόλου χωρίς πόλεμο ενάντια στην ετερονομία, την κρυφή εξουσία της υπεραξίας, της ιδιοκτησίας και των θεσμικών τους κατοχυρώσεων, χωρίς γκρέμισμα του ίδιου του μοτίβου του εξουσιαστή είναι απλά μία άθλια διαπραγμάτευση για ένα κομματάκι της εξουσίας. Αυτή τη στιγμή, οι πραγματικά χειραφετημένες γυναίκες στον κόσμο, δεν παλεύουν να διαχειριστούν καλύτερα και δικαιότερα την εξουσία, αλλά την πολεμούν με λύσσα και ταξική συνείδηση. Αυτό ας μας διδάξει κάτι.
Αφορμή για αυτές τις σκέψεις στάθηκε από τη μία η επικαιρότητα γύρω από τις ακραίες σεξιστικές επιθέσεις ενάντια στη Ζωή Κωνσταντοπούλου και από την άλλη ένα κείμενο για την έμφυλη καταπίεση και τη σχέση της με την πολιτική εξουσία που κάποτε είχα γράψει στο περιοδικό που βγάζαμε ως φοιτητικό σχήμα και που πρόσφατα βρήκα τυχαία. Το ιδιαίτερο με αυτό το ζήτημα είναι ότι, ενώ όταν ξεδιπλώνεις μία σκέψη, κατά κανόνα επιθυμείς αυτόν που την διαβάζει να προβληματιστεί προς την κατεύθυνση που ακολουθείς και ίσως και να πειστεί, σε αυτό το θέμα δεν υιοθετώ καμία τέτοια αξίωση. Κι αυτό γιατί στο θέμα του σεξισμού έχουμε χορτάσει συγκατάβαση και θεωρητική συμφωνία με άτομα που στην πρώτη ευκαιρία αποστρέφονται τις γυναικείες «υστερίες» και αιτιολογούν τις απόψεις μας με τη μέθοδο του «ε, αφού αυτά λέει ο γκόμενός της». Έτσι, σύντροφοι και συντρόφισσες που κόπτεσθε για το ζήτημα του κοινωνικού φύλου, αν πραγματικά σας απασχολεί, πράγμα που δεν αμφισβητώ, ίσως θα πρέπει να αρχίσετε να επεξεργάζεσθε την ιδέα πως η επίλυσή του σε απελευθερωτική κατεύθυνση περνάει πάνω από τη βίαιη κατάργηση διάφορων ρόλων που υιοθετείτε αυτοεκπληρωτικά ως πολιτικά και κοινωνικά υποκείμενα.
…
Ο Αριστοτέλης είχε δώσει μια ιδεολογική νομιμοποίηση της έμφυλης καταπίεσης μέσω της εισαγωγής της έννοιας του βουλευτικού. Ως βουλευτικό περιγράφεται η ικανότητα κρίσης και άρα, κατ’ επέκταση η δικαιοδοσία στην άσκηση εξουσίας. Η ικανότητα αυτή αναγνωρίζεται ως χαρακτηριστικό που ξεχωρίζει τον άνθρωπο από τα άλλα έμβια όντα, όμως ταυτόχρονα θεωρείται ότι εκλείπει από τις γυναίκες και τους δούλους. Έτσι, η έμφυλη καταπίεση δεν χτίζεται απλώς πάνω στην άποψη πως, με απλά λόγια, οι γυναίκες είναι ανίκανες για την ανάληψη καθηκόντων αποφασιστικών για την οργάνωση της κοινωνικής ζωής, αλλά πάνω στον υποβιβασμό της ίδιας της φύσης τους ως βιολογικά κατώτερη και άρα φυσικά υποτελής.
Ο ρόλος της γυναίκας ως εκκολαπτική μηχανή και ως υπηρέτης και σπλαχνική ακόλουθος του άντρα και της οικογένειας παρουσιάζεται σήμερα να φθίνει ως μοτίβο, όσο η αναγνώριση της αποφασιστικής ικανότητας της γυναίκας παίρνει θεσμικό χαρακτήρα. Ωστόσο, μια τέτοια διαπίστωση δεν φαίνεται να επαληθεύεται αν κανείς ρίξει μια πιο κοντινή ματιά στη δομή της οικογενειακής και κοινωνικής ζωής. Αυτή η αναντιστοιχία μπορεί να μεταφράζεται με διάφορους τρόπους.
Ένας συλλογισμός λέει πως αφού οι δυνατότητες και τα δικαιώματα για τα δύο φύλα στις δυτικού τύπου κοινωνίες τείνουν προς πλήρη εξίσωση, το γεγονός ότι η γυναίκα μένει εκτός αξιωμάτων, δεν καταλαμβάνει θέσεις εξουσίας κ.λπ. αποδεικνύει ότι η φύση της είναι όντως διαφορετική, ασύμβατη και μη ικανή για τέτοιου είδους καθήκοντα. Πρόκειται δηλαδή για μία κατά κάποιο τρόπο φυσική επιλογή.
Δεύτερον, κάποιοι αιτιολογούν το γεγονός αυτό του έμφυλου αποκλεισμού αποδίδοντάς το σε μια φεουδαρχικού τύπου κυριαρχία των αντρών στην κοινωνικοπολιτική ζωή. Δηλαδή, λένε ότι σε έναν κόσμο που από την απαρχή του οι άντρες κατέχουν παραδοσιακά πόστα εξουσίας σε οργανωτικές δομές μεγάλης ή μικρής κλίμακας, η προκατάληψη της κυριαρχίας ενάντια στις γυναίκες τις αποκλείει με διάφορα τεχνάσματα λόγω μίσους και ανταγωνισμού. Πάλι δηλαδή, φυσικοποιείται ο πόλεμος των ανδρών εναντίον των γυναικών, ένας πόλεμος που σαν κάθε πόλεμος έχει υποχωρήσεις, τακτικές συμμαχίες και ελιγμούς, προσχωρήσεις σε αντίπαλα στρατόπεδα, προδοσίες κ.ο.κ.
Αν και η δεύτερη ερμηνεία αντιμετωπίζεται ως πιο προοδευτική, στην ουσία είναι το ίδιο βλακώδης με την πρώτη. Κάθε κοινωνική παγίωση πρέπει να προσεγγίζεται ιστορικά, αφού για να «αποκρυπτογραφηθεί» μία έννοια χρειάζεται μια πιο κοντινή ματιά στις αιτίες που τη γέννησαν και τη μορφοποίησαν. Ο καπιταλισμός φέρεται πιο έξυπνα από πολλούς επικριτές του, αφού δεν προσκολλάται σε προκαταλήψεις παρά μόνο όταν αυτές φροντίζουν για την αναπαραγωγή του. Και η αναπαραγωγή του επιτάσσει την φυλοποίηση της ίδιας της εξουσίας, γιατί η εξουσία πρέπει να είναι «αντρική» στην ίδια της τη λειτουργία. Για να νομιμοποιείται χρειάζεται μία πατριαρχική φιγούρα προστάτη και πολεμιστή, αδιάφθορου, δίκαιου τιμωρού, αυστηρού και συνάμα σπλαχνικού δυναμικού ηγέτη, το βιολογικό φύλο του οποίου σχετίζεται μόνο σε επίπεδο συμβολισμού. Μάλιστα, αυτό το πρότυπο αναπαράγεται σε κάθε επίπεδο πολιτικής οργάνωσης, από τους αρχηγούς κρατών ως την τελευταία αναρχική γκρούπα. Όμως, η ίση πρόσβαση σ’ αυτήν την εξουσία δεν συνδέεται με κανέναν αγώνα για χειραφέτηση. Αγώνας για χειραφέτηση είναι το γκρέμισμα της εξουσίας αυτής.
Όπως η οικολογία που διαχωρίζεται από την αντικαπιταλιστική πάλη είναι πάντα καλή ευκαιρία για πράσινες μπίζνες, έτσι και η υπεράσπιση της γυναίκας ως κοινωνικού ρόλου χωρίς πόλεμο ενάντια στην ετερονομία, την κρυφή εξουσία της υπεραξίας, της ιδιοκτησίας και των θεσμικών τους κατοχυρώσεων, χωρίς γκρέμισμα του ίδιου του μοτίβου του εξουσιαστή είναι απλά μία άθλια διαπραγμάτευση για ένα κομματάκι της εξουσίας. Αυτή τη στιγμή, οι πραγματικά χειραφετημένες γυναίκες στον κόσμο, δεν παλεύουν να διαχειριστούν καλύτερα και δικαιότερα την εξουσία, αλλά την πολεμούν με λύσσα και ταξική συνείδηση. Αυτό ας μας διδάξει κάτι.
Άννα Β.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου